ΥΓΕΙΑ
Η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου

Η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου μέσα στις επόμενες πέντε ημέρες, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο ηλεκτρονικό τεύχος του περιοδικού της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας «Neurology».
Η μετα-ανάλυση περιελάμβανε την ανασκόπηση 110 μελετών που αφορούσαν σε περισσότερες από 18 εκατομμύρια περιπτώσεις εγκεφαλικού επεισοδίου. Οι ερευνητές εξέτασαν τις επιπτώσεις από ρύπους, όπως το διοξείδιο του αζώτου, το μονοξείδιο του άνθρακα και το διοξείδιο του θείου.
Επίσης, εξέτασαν διάφορα μεγέθη αιωρούμενων σωματιδίων, που προέρχονται από τη βιομηχανική ρύπανση (PM1), τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων, την καύση καυσίμων από σταθμούς παραγωγής ενέργειας και τις πυρκαγιές δασών και χόρτων (PM2,5), όπως και τη σκόνη από δρόμους και εργοτάξια (PM10).
Τα άτομα που εκτέθηκαν σε υψηλότερη συγκέντρωση διαφόρων τύπων ατμοσφαιρικής ρύπανσης είχαν αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου.
Οι υψηλότερες συγκεντρώσεις διοξειδίου του αζώτου συνδέονταν με 28% αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου, τα υψηλότερα επίπεδα όζοντος με 5% αύξηση, το μονοξείδιο του άνθρακα με 26% αύξηση και το διοξείδιο του θείου με 15% αύξηση.
Η υψηλότερη συγκέντρωση σωματιδίων PM1 συνδέθηκε με 9% αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου, τα PM2,5 με 15% αυξημένο κίνδυνο και τα PM10 με 14%.
«Υπάρχει ισχυρή και σημαντική συσχέτιση μεταξύ της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της εμφάνισης εγκεφαλικού επεισοδίου, καθώς και του θανάτου από εγκεφαλικό επεισόδιο εντός πέντε ημερών από την έκθεση», εξηγεί ο συγγραφέας της μελέτης, Αχμάντ Τουμπάσι από το Πανεπιστήμιο της Ιορδανίας στο Αμμάν.
«Αυτό υπογραμμίζει τη σημασία των παγκόσμιων προσπαθειών να δημιουργήσουν πολιτικές που μειώνουν την ατμοσφαιρική ρύπανση. Κάτι τέτοιο μπορεί να μειώσει τον αριθμό των εγκεφαλικών επεισοδίων και τις συνέπειές τους», προσθέτει.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΥΓΕΙΑ
Με φλεγμονή του αυχένα συνδέονται οι πρωτογενείς πονοκέφαλοι

Αποδείξεις για τον τρόπο με τον οποίο οι μύες του αυχένα εμπλέκονται στους πρωτογενείς πονοκεφάλους εντόπισαν ερευνητές, σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάζεται στο ετήσιο συνέδριο της Ακτινολογικής Εταιρείας της Βόρειας Αμερικής.
Τα αίτια των πρωτογενών πονοκεφάλων δεν έχουν ακόμη κατανοηθεί πλήρως. Οι πιο συνηθισμένοι είναι οι πονοκέφαλοι τάσης και οι ημικρανίες.
Οι ερευνητές είχαν ως στόχο να διερευνήσουν με μαγνητική τομογραφία τη συμμετοχή των τραπεζοειδών μυών σε πρωτοπαθείς διαταραχές πονοκεφάλου.
Στη μελέτη συμμετείχαν 50 άτομα, κυρίως γυναίκες, ηλικίας 20-31 ετών. Οι 16 είχαν κεφαλαλγία τάσης, 12 κεφαλαλγία τάσης και επεισόδια ημικρανίας, ενώ οι 22 ήταν υγιείς.
Μέσω απεικονιστικών ελέγχων οι ερευνητές εντόπισαν τα πρώτα αντικειμενικά στοιχεία για την πολύ συχνή εμπλοκή των μυών του αυχένα σε πρωτογενείς πονοκεφάλους, όπως ο πόνος στον αυχένα στην ημικρανία ή στην κεφαλαλγία τάσης.
«Οι ποσοτικοποιημένες φλεγμονώδεις αλλαγές στους μύες του αυχένα συσχετίστηκαν σημαντικά με τον αριθμό των ημερών που οι ασθενείς είχαν πονοκέφαλο και με την παρουσία υποκειμενικά αντιληπτού πόνου στον αυχένα», εξηγεί ο Νίκο Σόλμαν, ειδικευόμενος στο Τμήμα Διαγνωστικής και Επεμβατικής Ακτινολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ουλμ στη Γερμανία και στο Τμήμα Διαγνωστικής και Επεμβατικής Νευροακτινολογίας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Rechts der Isar στο Μόναχο.
Ο ίδιος προσθέτει ότι οι μη επεμβατικές θεραπευτικές επιλογές που στοχεύουν απευθείας στο σημείο του πόνου στους μύες του αυχένα θα μπορούσαν να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές και ασφαλέστερες από τα συστηματικά φάρμακα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΥΓΕΙΑ
Το κοιλιακό λίπος στους μεσήλικες συνδέεται με τη νόσο Αλτσχάιμερ

Οι μεγαλύτερες ποσότητες σπλαχνικού λίπους στη μέση ηλικία συνδέονται με την ανάπτυξη της νόσου Αλτσχάιμερ, σύμφωνα με έρευνα που θα παρουσιαστεί στο ετήσιο συνέδριο της Ακτινολογικής Εταιρείας της Βόρειας Αμερικής.
Το σπλαχνικό λίπος είναι το λίπος που περιβάλλει τα εσωτερικά όργανα βαθιά στην κοιλιά. Σύμφωνα με την αμερικανική Ένωση Αλτσχάιμερ, υπάρχουν περισσότεροι από έξι εκατομμύρια Αμερικανοί που ζουν με τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Μέχρι το 2050 αυτός ο αριθμός αναμένεται να αυξηθεί σε σχεδόν 13 εκατομμύρια.
Μία στις πέντε γυναίκες και ένας στους δέκα άνδρες θα αναπτύξουν τη νόσο κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι αυτό το «κρυμμένο» κοιλιακό λίπος σχετίζεται με αλλαγές στον εγκέφαλο έως και 15 χρόνια πριν εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα απώλειας μνήμης της νόσου Αλτσχάιμερ.
Για να προσπαθήσουν να εντοπίσουν νωρίτερα τους κινδύνους για τη νόσο, οι ερευνητές αξιολόγησαν τη συσχέτιση μεταξύ του όγκου του εγκεφάλου στη μαγνητική τομογραφία και της πρόσληψης αμυλοειδούς και πρωτεΐνης Ταυ (πρωτεΐνες που πιστεύεται ότι παρεμβαίνουν στην επικοινωνία μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων) στις τομογραφίες εκπομπής ποζιτρονίων (PET) με τον δείκτη μάζας σώματος, την παχυσαρκία, την αντίσταση στην ινσουλίνη και τον κοιλιακό λιπώδη ιστό σε έναν φυσιολογικό πληθυσμό μέσης ηλικίας.
Ανέλυσαν δεδομένα από 54 γνωστικά υγιείς συμμετέχοντες, ηλικίας 40 έως 60 ετών, με μέσο δείκτη μάζας σώματος 32. Οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε μετρήσεις γλυκόζης και ινσουλίνης, καθώς και σε δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη.
Ο όγκος του υποδόριου λίπους και του σπλαχνικού λίπους μετρήθηκε με μαγνητική τομογραφία στην κοιλιά. Με μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου μετρήθηκε το πάχος του φλοιού των περιοχών του εγκεφάλου που επηρεάζονται από τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι υψηλότερες μετρήσεις σπλαχνικού λίπους σχετίζονται με αυξημένο φορτίο φλεγμονής στον εγκέφαλο.
Επίσης, ότι η υψηλότερη αναλογία σπλαχνικού προς υποδόριο λίπος σχετιζόταν με υψηλότερη πρόσληψη αμυλοειδούς στον προσφηνοειδή φλοιό, την περιοχή που επηρεάζεται νωρίς από τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Ο αναπληρωτής καθηγητής Ακτινολογίας και Νευρολογίας στο Πανεπιστήμιο Ουάσινγκτον στο Σεντ Λούις και ένας από τους κύριους συγγραφείς της μελέτης, Σάιρους Ράτζι, σημειώνει ότι τα ευρήματα συμβάλλουν στην έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση.
«Αυτή η μελέτη αναδεικνύει έναν βασικό μηχανισμό, με τον οποίο το κρυμμένο λίπος μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ. Δείχνει ότι τέτοιες αλλαγές στον εγκέφαλο συμβαίνουν ήδη από την ηλικία των 50 ετών, κατά μέσο όρο, μέχρι και 15 χρόνια πριν εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα απώλειας μνήμης της νόσου», εξηγεί.
Τα αποτελέσματα της έρευνας, όπως προσθέτει, μπορούν να υποδείξουν το σπλαχνικό λίπος ως θεραπευτικό στόχο για την τροποποίηση του κινδύνου μελλοντικής εγκεφαλικής φλεγμονής και άνοιας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΥΓΕΙΑ
Η μείωση του χρόνου ύπνου αυξάνει τον κίνδυνο διαβήτη στις γυναίκες

Η μείωση των ωρών ύπνου κατά μόλις 90 λεπτά κάθε βράδυ αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη σε γυναίκες που έχουν συνηθίσει να κοιμούνται επαρκώς και η επίδραση αυτή είναι ακόμη πιο έντονη στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση.
Αυτό διαπιστώνει νέα μελέτη του Πανεπιστημίου Κολούμπια, που δημοσιεύεται στο περιοδικό «Diabetes Care».
Η συνιστώμενη ποσότητα ύπνου για τη βέλτιστη υγεία είναι μεταξύ επτά και εννέα ωρών τη νύχτα, ωστόσο περίπου το ένα τρίτο των Αμερικανών κοιμάται λιγότερο από την ελάχιστη συνιστώμενη διάρκεια.
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η μείωση του ύπνου μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για παθήσεις, όπως καρδιαγγειακές και υπέρταση, ωστόσο πολλές έγιναν μόνο σε άνδρες ή επικεντρώθηκαν σε βραχυπρόθεσμο, σοβαρό περιορισμό του ύπνου.
Η νέα μελέτη εξέτασε ιδιαίτερα τις γυναίκες, επειδή μελέτες έχουν δείξει ότι ο κακός ύπνος μπορεί να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στην καρδιομεταβολική υγεία των γυναικών από ό,τι των ανδρών.
Για να εξετάσουν τον αντίκτυπο της ήπιας, χρόνιας στέρησης ύπνου οι ερευνητές συμπεριέλαβαν 38 υγιείς γυναίκες ηλικίας 20-75 ετών, συμπεριλαμβανομένων 11 γυναικών μετά την εμμηνόπαυση, οι οποίες κοιμόντουσαν συνήθως τουλάχιστον επτά ώρες κάθε βράδυ.
Στη μελέτη οι συμμετέχουσες υποβλήθηκαν σε δύο φάσεις μελέτης με τυχαία σειρά.
Στη μία φάση τους ζητήθηκε να διατηρήσουν τον επαρκή ύπνο τους, οπότε κοιμόντουσαν κατά μέσο όρο επτάμιση ώρες ανά νύχτα, στην άλλη να καθυστερήσουν την ώρα ύπνου κατά μιάμιση ώρα ανά νύχτα, διατηρώντας παράλληλα τον τυπικό χρόνο αφύπνισης, οπότε κοιμόντουσαν 6,2 ώρες ανά νύχτα.
Κάθε μία από τις φάσεις διήρκεσε έξι εβδομάδες.
Η συμμόρφωση με τα προγράμματα ύπνου μετρήθηκε με φορητές συσκευές. Καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης οι ερευνητές μετρούσαν την ινσουλίνη, τη γλυκόζη και το σωματικό λίπος.
Η ινσουλίνη βοηθά στη ρύθμιση της γλυκόζης στο σώμα και όταν τα κύτταρα του σώματος αναπτύσσουν αντίσταση στην ινσουλίνη, γίνονται λιγότερο ικανά να τη χρησιμοποιούν αποτελεσματικά και μπορεί να προκληθεί δραματική αύξηση του κινδύνου ενός ατόμου για προδιαβήτη και διαβήτη τύπου 2.
Σύμφωνα με την έρευνα, ένα ήπιο έλλειμμα ύπνου που διατηρείται για έξι εβδομάδες προκαλεί αλλαγές στον οργανισμό, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη στις γυναίκες.
«Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, οι γυναίκες αντιμετωπίζουν πολλές αλλαγές στις συνήθειες του ύπνου τους λόγω της τεκνοποίησης, της ανατροφής των παιδιών και της εμμηνόπαυσης», επισημαίνει η Μαρί-Πιερ Σονζ, επικεφαλής της μελέτης και αναπληρώτρια καθηγήτρια διατροφικής ιατρικής και διευθύντρια του Κέντρου Αριστείας για τον Ύπνο και την Κιρκάδια Έρευνα στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια.
Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι η μείωση των ωρών ύπνου κατά 90 λεπτά για έξι εβδομάδες αύξησε την αντίσταση στην ινσουλίνη κατά σχεδόν 15% συνολικά και κατά περισσότερο από 20% στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση.
Τα επίπεδα ινσουλίνης νηστείας αυξήθηκαν στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ως απάντηση στον περιορισμό του ύπνου, ενώ τόσο τα επίπεδα της ινσουλίνης νηστείας όσο και της γλυκόζης νηστείας έτειναν να αυξάνονται στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Αν και το αυξημένο κοιλιακό λίπος αποτελεί βασικό παράγοντα της αντίστασης στην ινσουλίνη, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι επιπτώσεις της απώλειας ύπνου στην αντίσταση στην ινσουλίνη ήταν ανεξάρτητες με οποιεσδήποτε αλλαγές στο σωματικό λίπος.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΥΓΕΙΑ
Οι διαταραχές της εμμηνόρροιας συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου

Δύο παθήσεις της αναπαραγωγικής υγείας συχνές στις γυναίκες, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και η δυσμηνόρροια, συνδέονται με την αύξηση του κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου, σύμφωνα με δύο μελέτες που θα παρουσιαστούν στις επιστημονικές συνεδρίες της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ.
Οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι η κύρια αιτία θανάτου στις γυναίκες. Σύμφωνα με στοιχεία της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας, σχεδόν το 45% των γυναικών ηλικίας 20 ετών και άνω έχουν κάποιο είδος καρδιαγγειακής νόσου.
Οι επιστήμονες διερεύνησαν πώς οι κοινές παθήσεις αναπαραγωγικής υγείας στις γυναίκες μπορεί να επηρεάσουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.
Στην πρώτη μελέτη εξετάστηκε το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, το οποίο χαρακτηρίζεται από ακανόνιστη ή χαμένη έμμηνο ρύση και κύστεις στις ωοθήκες. Εκτιμάται ότι το σύνδρομο αυτό επηρεάζει μία στις δέκα γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας.
Μελετήθηκαν σχεδόν 170.000 κορίτσια ηλικίας 13-17 ετών στις ΗΠΑ και διαπιστώθηκε ότι ο κίνδυνος υψηλής αρτηριακής πίεσης ήταν 30% υψηλότερος στα έφηβα κορίτσια που έχουν την πάθηση αυτή σε σύγκριση με τις έφηβες χωρίς την πάθηση.
Σε δεύτερη μελέτη αξιολογήθηκε η δυσμηνόρροια, δηλαδή η επώδυνη έμμηνος ρύση, που είναι το πιο συχνό πρόβλημα του εμμηνορροϊκού κύκλου που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες.
Μελετήθηκαν περισσότερες από 55.000 γυναίκες ηλικίας κάτω των 50 ετών και εντοπίστηκε ότι όσες είχαν διαγνωστεί με δυσμηνόρροια είχαν διπλάσιες πιθανότητες να έχουν αυξημένο κίνδυνο για ισχαιμική καρδιακή νόσο (συμπεριλαμβανομένης της στηθάγχης, της καρδιακής προσβολής, των επιπλοκών της καρδιακής προσβολής και της χρόνιας ή συνεχιζόμενης ισχαιμικής καρδιακής νόσου) σε σύγκριση με τις γυναίκες χωρίς την πάθηση.
«Οι μελέτες αυτές είναι εξαιρετικά σημαντικές, διότι παρέχουν πληροφορίες για το πώς οι παράγοντες που αφορούν ειδικά τις νεαρές γυναίκες μπορούν να επηρεάσουν τον μελλοντικό καρδιαγγειακό κίνδυνο. Όσο νωρίτερα μπορούμε να εντοπίσουμε αυτούς τους μοναδικούς κινδύνους, τόσο νωρίτερα μπορούμε να παρέμβουμε με θεραπείες για να μειώσουμε αυτούς τους κινδύνους και ιδανικά να σώσουμε ζωές», δηλώνει η πρόεδρος της Επιτροπής της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας για τις καρδιαγγειακές παθήσεις και τα εγκεφαλικά επεισόδια στις γυναίκες και τους υποεκπροσωπούμενους πληθυσμούς, Χάρμονι Ρέινολντς.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΥΓΕΙΑ
Κάθε 1000 έξτρα βήματα ημερησίως μειώνουν τη θνησιμότητα κατά 15%

«Από τα τρεισήμισι χιλιάδες βήματα και πάνω, για κάθε 1.000 έξτρα βήματα που κάνουμε, μειώνουμε 15% την πιθανότητα να πεθάνουμε από οποιαδήποτε αιτία. Και για κάθε 500 βήματα μειώνουμε 7% την καρδιαγγειακή θνησιμότητα».
«Ο λόγος που αυξάνεται πιο πολύ η μείωση της ολικής θνησιμότητας, είναι ότι η άσκηση προστατεύει και από τον καρκίνο, καθώς οι περισσότεροι καρκινοπαθείς δεν καταλήγουν από τον καρκίνο, αλλά από τη θρόμβωση που προκαλεί. Η παχυσαρκία άλλωστε σχετίζεται με 28 διαφορετικά είδη καρκίνου. Άρα το περπάτημα και η απώλεια βάρους μειώνουν την εμφάνιση καρκίνου και τις επιπλοκές του».
Οι ενδιαφέρουσες επισημάνσεις ανήκουν στον αντιπρόεδρο του Ινστιτούτου Μελέτης και Εκπαίδευσης στη Θρόμβωση και την Αντιθρομβωτική Αγωγή (ΙΜΕΘΑ) καρδιολόγο Δημήτρη Ρίχτερ, ο οποίος παραχώρησε συνέντευξη στο Πρακτορείο Fm και στην εκπομπή της Τάνιας Μαντουβάλου «104,9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ», με αφορμή την καμπάνια «Κινήσου ενάντια στη θρόμβωση», που θα διαρκέσει ως το 2025.
Η καμπάνια γίνεται με στόχο να κινητοποιήσει τον κόσμο να ασκηθεί, προκειμένου να μειώσει τον κίνδυνο δημιουργίας θρόμβων στο αίμα, καθώς η θρόμβωση ευθύνεται για τις τρεις βασικές αιτίες καρδιαγγειακών θανάτων παγκοσμίως, που είναι το εγκεφαλικό, το έμφραγμα, και η φλεβική θρομβοεμβολική νόσος.
Το 80% των εφήβων δεν αγαπά το περπάτημα
Ο γνωστός καρδιολόγος παραθέτει πρόσφατα δεδομένα επικαλούμενος μία μεγάλη μετανάλυση, η οποία παρακολούθησε 227.000 άτομα για περισσότερο από 7 χρόνια και δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο στο επιστημονικό περιοδικό «Εuropean Journal of Cardiovascular Prevention» της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας.
Στην μετανάλυση αναφέρεται ότι το όφελος δεν ξεκινάει από τα 10.000 βήματα την ημέρα, πού είναι η ισχύουσα σύσταση, αλλά και από τα 3.500 βήματα και πάνω βλέπουμε σημαντικό όφελος, λέει ο κ. Ρίχτερ, για να συμπληρώσει στη συνέχεια, ότι το ένα τέταρτο του πληθυσμού διεθνώς δεν περπατάει αρκετά, με τις γυναίκες να προηγούνται σε ένα ποσοστό 31%, έναντι ποσοστού 23% των ανδρών.
Στους εφήβους δε το ποσοστό που δεν περπατά αρκετά, φτάνει το 80%. «Το φαινόμενο είναι πολύ πιο συχνό στις πλούσιες χώρες από ό,τι στις φτωχές. Δηλαδή αδράνεια έχουμε στο 37% του πληθυσμού στις πλούσιες χώρες, έναντι ποσοστού 16% στις φτωχές. Ανάλογα με την ανθρωπογεωγραφία των πόλεων, σε κάθε χώρα έχουμε και μία μεγάλη διαφορά στο πόσο περπατάει καθένας. Στην Αμερική ο μέσος όρος είναι 4.800 βήματα ημερησίως, στην Αγγλία 5.500 και στην Κίνα 6.200». Αυτό που μας μαθαίνει αυτή η μεγάλη μετανάλυση είναι ότι με αυτά τα δεδομένα που είναι πρόσφατα και επιβεβαιωμένα παγκοσμίως, είναι κρίμα να μην ξοδεύουμε τουλάχιστον 30 λεπτά την ημέρα για ένα «φάρμακο», που μπορούμε να πάρουμε όλοι, χωρίς να πληρώσουμε τίποτα», τονίζει ο κ. Ρίχτερ.
Η πανδημία μείωσε τις βόλτες
Αυτό πάντως που είναι εντυπωσιακό, καθότι ο περισσότερος κόσμος θεωρούσε ότι στα lock down, το περπάτημα έγινε «must», είναι ότι τελικά μειώθηκε σε όλο τον κόσμο, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του ΙΜΕΘΑ.
«Ο μέσος όρος προ covid ήταν 5.300 βήματα ημερησίως, νούμερο που μειώθηκε αρκετά κατά τη διάρκεια της πανδημίας και δεν επανήλθε». Όσον αφορά το ερώτημα ποια άσκηση θεωρείται καλύτερη για την πρόληψη δημιουργίας θρόμβου στο αίμα, ο κ. Ρίχτερ απαντά:
«Η αερόβια άσκηση κυρίως. Εκτός από το περπάτημα, εξαιρετική άσκηση είναι το κολύμπι, το ποδήλατο και ο χορός. Θα έλεγα ιδανικό όφελος έχει το κολύμπι, γιατί δεν κουράζει καθόλου το μυϊκό σύστημα και δεν δημιουργούνται τραυματισμοί, όπως συμβαίνει συχνά πχ στους δρομείς, μετά τα 50.
Τα βάρη είναι πολύ λιγότερο επωφελή, παρά το γεγονός ότι βοηθούν στη βελτίωση του μυοσκελετικού συστήματος για αυτό και σύμφωνα με τις διεθνείς τάσεις είναι καλό να γίνονται δύο φορές την εβδομάδα».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΥΓΕΙΑ
Σημαντικές βελτιώσεις στην ιατρική φροντίδα της κεφαλαλγίας ζητούν οι επιστήμονες

Την ανάγκη να υπάρξουν σημαντικές βελτιώσεις στην ιατρική φροντίδα της κεφαλαλγίας, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της Ατζέντας για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη των Ηνωμένων Εθνών για τη διασφάλιση της υγείας και την προώθηση της ευημερίας για όλους ως το 2030 ζητούν οι συγγραφείς ανασκόπησης, που δημοσιεύεται στο περιοδικό «The Journal of Headache and Pain».
Στη συγγραφική ομάδα συμμετέχει και ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Κεφαλαλγίας και πρόεδρος του Τμήματος Κεφαλαλγίας στην Ευρωπαϊκή Ακαδημία Νευρολογίας, καθηγητής Δήμος- Δημήτρης Μητσικώστας.
Ένας στους έξι ανθρώπους παγκοσμίως υποφέρει από κεφαλαλγία κάθε μέρα και οι διαταραχές πονοκεφάλων είναι ένα από τα πιο κοινά προβλήματα υγείας στις ηλικίες κάτω των 50 ετών, ιδιαίτερα στις γυναίκες.
Σε παγκόσμιο επίπεδο η κεφαλαλγία τάσης είναι η δεύτερη πιο διαδεδομένη πάθηση και η ημικρανία η δεύτερη πιο αναπηρική, μετά τη χρόνια οσφυαλγία.
Οι συγγραφείς του άρθρου καταθέτουν μια σειρά προτάσεων, από τις βελτιώσεις στην ιατρική περίθαλψη μέχρι την αύξηση στις έρευνες για τις διαταραχές κεφαλαλγίας. Επίσης, τη μείωση της υπερβολικής χρήσης φαρμάκων για την αντιμετώπιση των πονοκεφάλων, την τροποποίηση του τρόπου με τον οποίο ορίζεται κλινικά η σοβαρότητα της ημικρανίας, ώστε να λαμβάνεται υπόψη και η σοβαρότητα των συσχετιζόμενων συμπτωμάτων, την ανάπτυξη περισσότερο ολοκληρωμένων προγραμμάτων κατάρτισης για επαγγελματίες υγείας στη θεραπεία της διαταραχής κεφαλαλγίας και την αύξηση της πρόσβασης σε προληπτική θεραπεία για διαταραχές κεφαλαλγίας σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
Μέτρα, όπως τα παραπάνω, σημειώνουν οι συγγραφείς, θα βελτιώσουν άμεσα την υγεία του παγκόσμιου πληθυσμού, δεδομένου του τεράστιου όγκου των περιπτώσεων διαταραχής κεφαλαλγίας (πάνω από 2,6 δισεκατομμύρια το 2019) και θα βελτιώσουν την παραγωγικότητα στα άτομα, ιδίως τις γυναίκες, κάτω των 50 ετών.
Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μητσικώστας, «είναι σημαντικό να βάλουμε την κεφαλαλγία μέσα σε ένα πρωτεύον δημόσιο σύστημα υγείας, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλο τον κόσμο. Η κεφαλαλγία και ιδίως η ημικρανία δεν αξιολογείται με το σωστό τρόπο. Η διάγνωσή της δεν είναι δύσκολη, απλώς υποτιμάται».
Στο πλαίσιο αυτό, συνεχίζει ο ίδιος, είναι αναγκαία η εκπαίδευση γενικών γιατρών, παθολόγων, αλλά και φαρμακοποιών (ως τους πρώτους λειτουργούς υγείας με τους οποίους έρχεται σε επαφή ο ασθενής) κυρίως σε θέματα πρόληψης «ώστε να αποφύγουμε τη χρονικοποίηση της ημικρανίας και την κατάχρηση των φαρμάκων στην κεφαλαλγία, αλλά και για τη διάγνωση της αθροιστικής κεφαλαλγίας που δεν διαγιγνώσκεται εύκολα».
Τέλος, ο κ. Μητσικώστας αναδεικνύει το μείζον πρόβλημα στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες της προσβασιμότητας στις νέες θεραπείες για τις ημικρανίες, λόγω του κόστους τους, και την ανάγκη η Πολιτεία να τις κάνει περισσότερο προσβάσιμες στον κόσμο.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ